Daily Archives: 27 Νοεμβρίου, 2008

Το αίνιγμα της γοργόνας

Κάθε φορά που πηγαίνω στη μάζωξη των αγγέλων ξέρω πως θα ζήσω μια εντελώς περιπετειώδη νύχτα. Οι άγγελοι οργανώνουν πάρτι μία ή δύο φορές το μήνα σε διαφορετικά σημεία της πόλης. Διαλέγουν ένα μπαρ στην τύχη κι έπειτα καλούν το κοινό τους στόμα με στόμα. Ποτέ δεν κυκλοφορούν γραπτές προσκλήσεις, κάρτες ή διαφημιστικά φυλλάδια. Μόνο από στόμα σε αυτί μεταδίδεται το νέο. Δεν κλείνουν ποτέ το μπαρ εκ των προτέρων, το θέμα της γιορτής είναι άγνωστο, η είσοδος είναι ελεύθερη και οι πελάτες κυκλοφορούν ανάμεσα στους καλεσμένους ανώνυμα. Το πλήθος μπερδεύεται, ο κόσμος γνωρίζεται, η νύχτα παφλάζει σαν κύμα.

 

Χτες το βράδυ το πάρτι έγινε στην ψαραγορά. Αυτό ήταν και το θέμα της βραδιάς. Έχει ανοίξει εκεί ένα μικρό μαγαζάκι, ανάμεσα στα ψαράδικα, δίπλα από καφάσια με αλάτι, υπολείμματα ψαριών, λέπια και κουβάδες με θαλασσινό νερό. Ο κόσμος τρελαίνεται εκεί μέσα. Νομίζει πως κολυμπάει σε ενυδρείο, αλλά από την έξω μεριά, κι αυτή είναι μια εντελώς παράξενη αίσθηση. Η αυλή γεμίζει με πολύχρωμα ψαράκια διαφόρων ηλικιών που ανοιγοκλείνουν στόματα και μάτια κουνώντας χαλαρά την ουρά τους. Χτες ο τόπος είχε γεμίσει από χρυσόψαρα, καρχαρίες, σαρδελίτσες και χταπόδια έως πιράνχας και μπαρακούντα. Η γιορτή είχε τέτοια προσέλευση που τα πτερύγια των διαφόρων ειδών δεν μπορούσαν παρά να αγγίζονται φευγαλέα μεταξύ τους κάθε φορά που κάποιο ψάρι άλλαζε θέση στο χώρο ή προσπαθούσε να εξασφαλίσει ένα ποτό.

 

Όταν μπήκα στο μαγαζί, γύρω στις έντεκα, παρατήρησα πως η τζαμαρία του φωτιζόταν από ένα μπλε ελεκτρίκ χρώμα, πολύ λαμπερό, που σαφέστατα παρέπεμπε σε ενυδρείο. Στο εσωτερικό έφεγγαν κάτι μικρά φούξια φωτάκια και πάνω από τον πάγκο του μπαρ ήταν κρεμασμένα δίχτυα γεμάτα κοράλλια κι αχιβάδες. Στις γωνίες του μαγαζιού, πίσω από τις καρέκλες, υπήρχαν σακιά με άμμο και βότσαλα. Οι τουαλέτες ήταν γεμάτες φύκια και καύκαλα από αχινούς. Τη θέση της μπανιέρας είχε πάρει ένα κομμάτι βάρκας που έστεκε ετοιμόρροπο στην άκρη του χώρου. Το μαγαζί μύριζε θάλασσα και έμοιαζε με πραγματικό βυθό. Σκέφτηκα πως αυτή η νυχτερινή κατάδυση φαινόταν πολύ ενδιαφέρουσα.

 

Βρήκα τους φίλους μου στο βάθος του μαγαζιού, να μιλάνε φωνάζοντας ο ένας μέσα στο αυτί του άλλου, με το ποτό στο χέρι και τα χαμόγελα σε πρώτο πλάνο. Ήπια τα δυο πρώτα ποτά σχεδόν μονορούφι, «σα να διψούσα», όπως σωστά σχολίασε η κολλητή μου τσουγκρίζοντας το τρίτο ποτήρι της με το δικό μου. Όταν πίνω ο κόσμος μου φαίνεται κάπως πιο αστείος, λιγότερο μίζερος και βαρύς. Όλα γίνονται ανάλαφρα και χαρούμενα, ελάχιστα σημαντικά, ξεφεύγω από τον εαυτό μου και γίνομαι ένα ψάρι του γλυκού νερού. Η νύχτα γλιστρούσε ευέλικτα ανάμεσα σε βράχια και ξέρες σαν θάλασσα που τη φωτίζει η πανσέληνος, κι  έτσι ξέρει πού πατάει. Ο κόσμος γύρω μου έκανε βουτιές στα βαθιά και πλατσούριζε στα ρηχά, πιτσιλίζοντας με δροσερές αλμυρές σταγονίτσες τον περίγυρο. Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι που άνοιξε η πόρτα και στο κατώφλι εμφανίστηκε η Νέλλυ.

 

Η Νέλλυ είναι η περίφημη γοργόνα της πόλης, έχει καταπράσινα γατίσια μάτια και μαύρα μαλλιά. Της αρέσει να λέει τα πράγματα όπως είναι και δεν διστάζει να σου πετάξει κατά πρόσωπο πως δεν έχεις καμία σημασία γι’ αυτήν και άρα δεν σε υπολογίζει διόλου. Αυτό το κορίτσι φαινόταν από νωρίς πως θα γινόταν σκληρή και ξεροκέφαλη γυναίκα. «Μπορείς είτε να σταθείς όρθιος είτε να πέσεις, αυτό δεν έχει σημασία. Όταν όμως λυγίζει η θέλησή σου και σου γλιστρά η ζωή μέσα από τα χέρια, όταν δεν έχεις πια χρόνο για αστεία, τότε να ξέρεις πως κάτι δεν πάει καλά», συνήθιζε να λέει όταν κάποιος τη ρωτούσε τι σκεφτόταν για τους ανθρώπους και για τον ίδιο της τον εαυτό. Από την άλλη, στο τέλος της φράσης της δεν παρέλειπε να προσθέσει, σχεδόν σαν ψίθυρο: «Δεν σημαίνεις τίποτα για μένα, ενδέχεται όμως να σημαίνεις και τα πάντα…». Η Νέλλυ μάγευε όσους μιλούσαν μαζί της, κανείς όμως δεν κατάφερε ποτέ να την γλιτώσει από την απόλυτη μοναξιά της.

 

Χτες το βράδυ η γοργόνα είχε νεύρα. Δεν δέχτηκε να χορέψει με κανέναν, ήταν πιο προσβλητική και αγενής από ποτέ και φαινόταν εντελώς κακόκεφη. Το πέλαγος ξαφνιάστηκε με την άρνηση της γοργόνας να πάει με τα νερά του. Οι παρέες χωρίστηκαν λυπημένα σε μικρά πηγαδάκια και συνέχισαν τις κουβέντες χαμηλόφωνα και κάπως πιο συγκρατημένα. Το κέφι πάγωσε σαν να μας χτύπησε παγόβουνο. Εγώ παρακολουθούσα από το βάθος χωρίς να σκέφτομαι τίποτα.

 

Η Νέλλυ έγνεψε στον dj Starfish που εμφανίστηκε ξαφνικά πίσω από τον πάγκο παραγγέλλοντας το ποτό της. Της το έδωσε αγγίζοντάς της απαλά τα ακροδάχτυλα καθώς άλλαζε χέρι το ποτήρι. Ήταν παράξενο, καθώς η Νέλλυ δεν άφηνε ποτέ κανέναν να την αγγίζει, και κυρίως τα θαλάσσια όντα. Φοβόταν τη θερμοκρασία τους, σιχαινόταν τα λέπια και τη μυρωδιά τους. Δεν αναγνώριζε τη φυλή της η γοργόνα, ένιωθε πάντα διαφορετική ακόμα και από την ίδια της την οικογένεια. Κάτι ψιθύρισαν τότε μεταξύ τους και ξαφνικά το κέφι της άλλαξε, σηκώθηκε από το σιδερένιο σκαμπό κι άρχισε να χορεύει τρελά, τινάζοντας με δύναμη την ασημένια ουρά της δεξιά κι αριστερά, χάνοντας κάθε έλεγχο και πάλι. Ο κόσμος ξαναμπήκε στην πρίζα και το κέφι ξανάρχισε. Τα χρυσόψαρα μαζεύτηκαν γύρω της κι οι αχιβάδες άνοιξαν σαν διψασμένα στόματα ακολουθώντας το ρυθμό του τραγουδιού. Άρχισα να χορεύω με την κολλητή μου, γελώντας με ανακούφιση.

 

Πίσω από τη γαλάζια κουρτίνα που κυμάτιζε απαλά, ο άγγελος Ποσειδώνας μειδιούσε παρατηρώντας το βασίλειό του. «Παράξενος που είναι ο κόσμος μου», σκέφτηκε με λύπη. «Μέσα σε αυτή την υπέροχη λίμνη κολυμπά ελεύθερα κάθε λογής πλάσμα, το καθένα με το δικό του ρυθμό. Γιατί άραγε να χρειάζεται πάντα να στείλω έναν από μηχανής αστερία για να εξευμενίσει τη λύπη τους και να την εμποδίσει να γίνει οργή και σπαραγμός; Γιατί να υπάρχουν όρια ακόμα και στη στιγμιαία ευτυχία; Και γιατί αυτή η απλή χαρά μιας νύχτας στην καρδιά της ψαραγοράς να κινδυνεύει να σπάσει ανά πάσα στιγμή σαν μια ακρούλα της ουράς ενός ιππόκαμπου; Κάτι δεν έκανα σωστά. Κάποιο μυστήριο νόμο παρέβλεψα κι είναι τα πλάσματά μου τόσο ευάλωτα στη λύπη. Ίσως θα πρέπει να αναθεωρήσω τις απόψεις μου για τη ζωή, να ελευθερώσω τα κύματα και να πάψει το μεγάλο ψάρι να τρώει το μικρό. Τότε, αν ο κόσμος μου γίνει κάπως πιο δίκαιος και αναγνωρίσει το δικαίωμα και την ικανότητα του μικρού ψαριού να γλιτώνει από τα δόντια του μεγάλου, ίσως καταφέρω να κάνω τη θάλασσα έναν επίγειο παράδεισο δροσιάς κι ευτυχίας. Μέχρι τότε όμως, η χαρά της Νέλλυς, ο χορός των χρυσόψαρων και το κυνήγι του καρχαρία θα εξαρτώνται από τις υπάρχουσες δομές της θαλάσσιας κοινωνίας μου… Μοναδική λύση θα παραμείνουν οι αστερίες, που θα συνεχίσουν να σπεύδουν σαν ασθενοφόρα σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης για να γλιτώσουν κάποιο από τα πλάσματά μου από βέβαιο πνιγμό. Έστω και προσωρινά. Μέχρι να αλλάξει κάτι οριστικά στο μεγάλο χάρτη της Θάλασσας».

(Suede: Trash)

Αρέσει σε %d bloggers: