Απομυθοποιώντας τους μύθους του καλοκαιριού
Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού εμφανίζονται στην πλαζ με χρωματιστά παρεό και βαμμένο πρόσωπο. Διώχνουν κομψά τα ίχνη του εμβόλιμου ιδρώτα που κατακάθισε πάνω τους στη διαδρομή από το σπίτι ως την παραλία και κάνουν σαν να μην συνέβη τίποτε. Στη ζωή τους, στη μέρα τους, στον κόσμο.
Τινάζουν ανέμελα τις καλοσιδερωμένες σατινένιες κλάρες τους και απλώνουν στις ξαπλώστρες τα υφάσματά τους με το θάρρος της γυναίκας που έχει πάψει πια να προσπαθεί καθώς δεν έχει τίποτε να χάσει. Ούτε και να κερδίσει, σαφώς.
Ανάβουν τσιγάρο και πίνουν Πλωμάρι κατά βούληση, δίχως δευτερεύοντες και άχρηστους ενδοιασμούς. Καπνίζουν με θάρρος, κοιτώντας εξ αποστάσεως τον στοιβαρό ναυαγοσώστη που φωνάζει με αστεία φωνή : «Λουτσίντες, όλες έξω τώρα! Ο όμιλος δεν με πληρώνει για να σας σώζω, για να σας κοιτάζω είμαι εδώ. Λουτσίντες! Όλες έξω, έρχεται κύμα!».
Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού δεν έχουν όνομα. Είναι όλες τους απλώς «κυρίες». Κάποτε κάποιος μπορεί να τους έλεγε «Ρόζα, Ροζαλία, πάμε μαζί στη συναυλία», ή «Έλσα σε φοβάμαι, Έλσα σ’ αγαπώ» κοιτώντας τες στα μάτια. Τώρα πια όμως κανένας δεν τους λέει σ’ αγαπώ, κανένας δεν τις χρειάζεται δίπλα του σε μια συναυλία. Κανείς δεν τις κοιτάζει στα μάτια προσμένοντας το πολυπόθητο.
Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού ζουν κυρίως τα μεσημέρια. Στις πλαζ, λαϊκές κατά προτίμηση, γιατί εκεί περνούν όσο απαρατήρητες χρειάζεται ώστε να μπορούν οι ίδιες να παρατηρούν με την ησυχία τους τον κόσμο. Διαβάζουν λάιφσταιλ περιοδικά ή και τίποτε. Ελάχιστα νοιάζονται για τα τεκταινόμενα σε πεδία που δεν τις αφορούν προσωπικά.
Απλώνουν λάδι ή κρέμα στα κρεμασμένα μπράτσα τους χαϊδεύοντας το γερασμένο δέρμα με την ηδυπάθεια του ανέγγιχτου από χρόνια, εκείνου που μόνον ο ίδιος μπορεί πλέον να ασκήσει πάνω στο παλαιό σώμα του την αφή.
Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού δεν σκέφτονται μόνο τις διακοπές. Αντίθετα με τον υπόλοιπο κόσμο σκέφτονται και τη συνέχεια. Τι θα ήταν άλλωστε οι διακοπές χωρίς μια Συνέχεια που θα τους επέτρεπε να την διακόψουν;
Βρέχουν λίγο τα βαμμένα νύχια τους στο κύμα αναδεύοντας τον αφρό με τα ωραία τους δάχτυλα, κάποιες επιχειρούν και μια βουτιά στα νερά της ακτής προσέχοντας ιδιαιτέρως να μην επιτρέψουν σε κάποια σταγόνα αλατόνερου να αλλοιώσει την περιποιημένη βαφή Σαντρέ νούμερο 76 και την επιμελώς φορμαρισμένη μιζανπλί που έφεραν μαζί τους από το σπίτι.
Μιλούν μεταξύ τους με φωνές που θυμίζουν τιτίβισμα πουλιών, ανταλλάσσουν παλιά και νέα ανασηκώνοντας διακριτικά το πεσμένο ραντάκι του σουτιέν και απευθύνονται στο γκαρσόνι στον πληθυντικό παραγγέλοντας το επόμενο ποτήρι ούζο. Αν ήταν νύχτα θα έπιναν βερμούτ ή καμπάρι, τα μεσημέρια όμως ο ήλιος αποζητά μια γεύση λυκίσκου και λίγο πικάντικο μεζέ.
Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού δεν ελπίζουν σε τίποτε. Κανείς δεν τους στέλνει φιλιά κλείνοντας το τηλέφωνο, η οθόνη του κινητού τους δεν αφυπνίζεται ποτέ από ένα αναπάντεχο γραπτό μήνυμα.
Τίποτε μέσα τους δεν αγριεύει μια έναστρη νύχτα που περπατούν στα πλακόστρωτα ή ανάμεσα στο μπάνιο και την κουζίνα. Οι φεγγαράδες δεν τις αφορούν γιατί έχουν πάψει προ πολλού να τις μαγεύουν.
Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού δεν είναι θλιμμένες. Πίσω από τα ευμεγέθη γυαλιά τους κρύβουν βλέμματα υπνωτιστικά. Είναι όμορφες επειδή διαθέτουν το θάρρος και την ψυχραιμία που τους δώρισε ο χρόνος περνώντας από πάνω τους πότε ευεργετικά και πότε ισοπεδώνοντάς τες –δεν έχει και τόση σημασία, όχι πια. Άντεξαν, και αυτό είναι το μόνο σημαντικό. Μα μόνο αυτές το ξέρουν.
Αυτές οι γυναίκες νιώθουν μια αξιοθαύμαστη αυτάρκεια καθισμένες στις πλαστικές καρέκλες της πλαζ. Καμία σχέση με τις νέες. Κάτι πάνω τους θυμίζει την άνεση και την χάρη των αγγέλων που δύνανται να παρατηρούν τον κόσμο από ψηλά χωρίς ποτέ να πρέπει να έρθουν σε άμεση επαφή με τους ανθρώπους. Δεν έχουν ανησυχίες.
Οι πεθαμένες κυρίες της πλαζ είναι έξυπνες, μας έχουν κοροϊδέψει.
Κάτω από την επιδερμική ανωτερότητα μιας ημερομηνίας λήξης κρύβουν μια ακόμα σοβαρότερη αξιοπρέπεια και μια συναρπαστική δύναμη που κανέναν πεθαμένο δεν θα χαρακτήριζε ποτέ. Όταν αποφασίσουν να αισθάνονται το κάνουν με τρόπο που θα κέρδιζε μια εφηβεία ή και μια μέση ηλικία, εύκολα, ανώδυνα, ρουά ματ. Απλώς εμείς δεν το βλέπουμε. Επειδή οι κυρίες του καλοκαιριού δεν θέλουν να το αφήσουν να εκτεθεί στα μάτια μας. Για τους δικούς τους λόγους, που δεν μας αφορούν. Κι έτσι παραμένουμε τυφλοί μέσα στο μεσημέρι μας παρατηρώντας τες από μακριά, εικάζοντας γι’ αυτές τα μύρια όσα.
Ποιος είπε όμως πως τα πράγματα που δεν φαίνονται δεν είναι ζωντανά;
Βάζει κανείς το χέρι στη φωτιά πως όσα δεν βλέπεις δεν υπάρχουν;
Οι «πεθαμένες» κυρίες του καλοκαιριού θα μειδιούσαν με τις αγωνίες μας.
«Αστεία παιδιά», θα μας έλεγαν, «Ησυχάστε. Θα έρθει ή ώρα που θα καταλάβετε κι εσείς ότι είναι τα ύστερα, και μόνον αυτά, εκείνα που τιμούν τα πρώτα».
Και τότε, έτσι απλά και εύκολα, η απομυθοποίηση των μύθων του καλοκαιριού και ολόκληρου του χρόνου έρχεται σεμνά και μας ξυπνά από τον λήθαργο της παιδικής μας ηλικίας.
(Φ. ευχαριστώ για τις φωτό, κύριε Αρανίτση ευχαριστώ για την έμπνευση του κείμενου)
Posted on 19 Αυγούστου, 2010, in Χωρίς κατηγορία and tagged Στο νησί των Φαιάκων. Bookmark the permalink. 26 Σχόλια.
Εξαιρετικό, Θεώρημα!
(άντε και καλό χειμώνα…)
Και πεθαμένες να μην ήταν, τις πεθάνατε τις κακομοίρες!
Καλό φθινόπωρο να΄χουμε! 🙂
Δεν ήμουν μες στη θάλασσα, το ορκίζομαι! 🙂
Είναι κερκυραικό φαινόμενο αυτού του τύπου οι πεθαμένες κυρίες λες? Το κείμενο σου μου τις έφερε πολύ ζωντανά στη μνήμη. Σα να είμαι στη Δασιά για παράδειγμα 🙂 Ή κάπου κοντά στην πόλη. Φρούριο ή Μον ρεπό. Πεθαμένες κυρίες υπάρχουν ασφαλώς παντού, αλλά όπως τις περιγράφεις, νομίζω ότι μόνο στο νησί τις έχω δει.
Μα γιατί πεθαμένες ;
Οι κυρίες που περιγράφετε στο πολυ όμορφο κείμενό σας, ολοζώντανες μου φαίνονται. (με τη δική τους ηλικία, φυσικά)
Ας το θέσω διαφορετικά
Γραψτε ένα κείμενο (αν δε σας κάνει κόπο) για τις ζωντανές κυρίες του καλοκαιριου (ή και όλου του χρόνου) .
Και κάτι για μας της ρακής, τους συνοδοιπόρους των σοφών σου κυριών, άντε μπράβο κοντό μαλλάκι, κι εγώ να, για να ξέρεις, θα σου κρατώ ένα ματσάκι ρίγανης μ’ απέθαντο άρωμα.
απομυθοποίηση του καλοκαιριού τώρα που αυτό βαίνει προς τη δύση του ε; μήπως έτσι δεν γίνεται με όλα τα πράγματα και τις καταστάσεις που απομυθοποιούμε; πάντα γίνεται μετά. αφού έχουμε φάει την παπάρα..
Ωωωω! I LUV πεθαμένες κυρίες!!!
Είναι ότι απέμεινε στο επαρμένο ζωικό βασίλειο των σύγχρονων γυναικών της σπέκουλας!
Μυρίζουν τόσο ιδιιαίτερα και το αιδείο τους έχει μια γεύση από τα παλιά…
Απλά και καντσδόρικα … «Λατρεμένες!»
Apisteuto keimeno.
Τις ζήλεψα.
Πως να είναι άραγε να μην ελπίζεις σε τίποτα και να αισθάνεσαι μόνο όταν το αποφασίσεις…. Να μην αναβοσβήνει κάθε τόσο το καταραμένο κινητό για να σου θυμίσει τι είσαι υποχρεωμένος να αισθάνεσαι….
Κάπως έτσι θέλω να πεθάνω.
Χωρίς να το ξέρει κανείς…
Εγώ. Εγώ βάζω το χέρι στην φωτιά πως ….
τόσα και τόσα απ΄όσα βλέπουμε ….δεν υπάρχουν…. 🙂
Θα συμφωνήσω με τη carlett και μάλιστα με έμφαση!
Δεν είναι καθόλου μα καθόλου πεθαμένες!
Αντιθέτως Ξέρουν πολύ καλά, έχουν και μία εσωτερική ματιά εξόχως Έμπειρη των πραγμάτων. Έχουν επίσης την άνεση του να μην έχουν τίποτα να χάσουν!
Ο παππούς μου έλεγε: Εκεί που είσαι ήμουνα, κι εδώ που είμαι θάρθεις.
Και μετά έκλεινε το μάτι με νόημα και επαναλάμβανε : ΘΑΡΘΕΙΣ;;; με συρτή την ερώτηση!!
A!!! Γιαυτό πηγαίνεις στα μπάνια τ’ αλέκου πουλάκι μου;
Seniorita Theorema, αυτό (μαζι με το «<a href=https://thethreewishes.wordpress.com/2010/01/18/the-hour-of-the-wolf/The hour of the wolf") ήταν ένα από τα καλύτερα κείμενα που έχω διαβάσει γραμμένο από τα χεράκια σας!
Απλό, μεστό, ειλικρινές, συγκινητικό, θαρραλέο.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ!!! Τελεία.
Seniorita Theorema, αυτό (μαζι με το “The hour of the wolf») ήταν ένα από τα καλύτερα κείμενα που έχω διαβάσει γραμμένο από τα χεράκια σας!
Απλό, μεστό, ειλικρινές, συγκινητικό, θαρραλέο.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ!!! Τελεία.
Eξαιρετικό το κείμενο !
Εξαιρετικές οι κυρίες !
ωραίο και πικρό συνάμα.
νομίζω ότι εκείνες που δεν είναι μόνες, τις λάτρεψαν
και αγαπήθηκαν από τα παιδιά τους, έχουν μια αύρα
πιο ανάλαφρη, έτσι θέλω να πιστεύω τουλάχιστον.
σε μια εποχή που δεν θέλει να βλέπει το τέλος, πολλά
πράγματα μας εντυπωσιάζουν νομίζω υπερβολικά, μας μελαγχολούν
ως ο τερματισμός της κάθε παρατεταμένης νεότητας!
Εξαιρετικό το κείμενό σας … βέβαια επειδή σε σχέση με το χρόνο ( που μέχρι στιγμής τα πάει θαυμάσια μαζί μου και εγώ μαζί του ) έχω μια περίεργη σχέση.
Όποτε έχω χρόνο παρατηρώ κι εγώ αυτές τις κυρίες, μπορώ να σας πω ότι στην Ευρώπη τις βρίσκω ακόμα πιο θαυμάσιες σε καθημερινή βάση και όχι μόνο στις διακοπές που ο χρόνος αμείλικτα δείχνει τα σημάδια του λόγω ηλιοφάνειας. Και έχω αναρωτηθεί για το πριν, το πολύ ή λίγο τους.. νομίζω ότι αυτές οι κυρίες είχαν μια ‘γεμάτη ζωή’ και από συναίσθημα αλλά και από εμπειρίες. Εξ’ ου και η ηρεμία που ακόμα και αν είναι φαινομενική είναι πειστική αρκετά για τα δικά μας μέτρα…
υπάρχουν άντρες που αγαπούν τις πεθαμένες γυναίκες , «δικές» τους ή όχι, γιατί κι αυτοί αποφάσισαν – ερήμην του χρόνου – να πεθάνουν μαζί τους , μετρώντας χαμογελαστοί μια μια τις άσπρες τρίχες στα μαλλιά τους
οταν ημουνα μικρη ημουνα και στρουμπουλη….τωρα που μεγαλωσα αστοδιαλο χαλασα….
Μέχρι τη μέση του κειμένου, ένοιωθα οίκτο για τις πεθαμένες κυρίες και μετά τσούπ! Σκάει η ανατροπή και νοιώθω οίκτο για τον εαυτό μου, που δεν είμαι σαν κι αυτές. Κι η φράση κλειδί πιστεύω είναι: «Οι πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού δεν ελπίζουν σε τίποτε.» , γιατί η ελπίδα σε πεθαίνει, χωρίς να πεθαίνει η ίδια.
Όμορφο κείμενο! Έξυπνο και καλογραμμένο.
αχ πόσο τέλεια θα περνάμε όταν γίνουμε κι εμείς πεθαμένες κυρίες του καλοκαιριού.
Εξαιρετικό κείμενο.
σ’ ευχαριστώ
Οι πεθαμένοι κύριοι που είναι βρε παιδιά;;
Πρώτη βόλτα μετά τις διακοπές και βλέπω πεθαμένες κυρίες…
καλό!
γιατί πεθαμένες; είναι όμορφες, γοητευτικές, μυστηριώδεις, ολοζώντανες!
Οι γοητευτικότερες κυρίες του καλοκαιριού σας στέλνουν τα φιλιά τους και σας ευχαριστούν για τα όμορφα βλέμματα που απλώσατε πάνω τους κάτω από τον ήλιο του μεσημεριού.
Η δροσερή παρέα σας και οι φωνές σας, μου είπαν, είναι ό, τι καλύτερο μπορούσε να τους συμβεί τούτη την καυτερή ώρα 😉
Η ΄περιγραφή των πεθαμένων κυριών είναι εξαιρετική και αυτές τις κυρίες τις συναντάς σ΄΄ολες τις παραλίες,τις μεσημεριανές κυρίως ώρες να κολυμπούν πάντα σε ρηχά νερά και να δείχνουν ιδιαίτερα κοινωνικές,μιλώντας για τα πλούτη τους και τα καλά τους…….Κι αν άθελά σου τους κάνεις την πολύ συνηθισμένη ερώτηση,τι κάνει η τάδε φίλη σου,πάπλουτη συνήθως κατά τα λεγόμενά τους,που μου λέγατε πριν ένα χρόνο ή μήνα,ανάλογα,θα σου απαντήσ0υν άμεσα και απότομα….ου αυτή πέθανε…….για μένα είναι αξιολύπητες……