Daily Archives: 6 Σεπτεμβρίου, 2011
Το κορίτσι που αναβοσβήνει τσίτσιδο και το αγόρι που διαβάζει ένα γράμμα
Πέρασαν οι ωραίες μέρες στο νησί και στις παραλίες. Από το πανηγύρι της Παναγίας στο Τεμπλόνι, περπατάμε επί τροχάδην προς το πανηγύρι της Παναγίας στο Λουτράκι. Οι Παναγίες γιορτάζουν παντού. Και οι άνθρωποι ψάχνουν αιτίες για να πανηγυρίζουν. Με πολλούς και διάφορους τρόπους. Πότε με δάκρυα και πότε με γέλια.
Στο Ιόνιο πέλαγος οι αυγουστιάτικοι άνεμοι δρόσισαν απλόχερα τη θέρμη του νου και των σωμάτων. Το κάστρο τη νύχτα, οι ακρογυαλιές, τα παράλογα φεγγάρια, οι γνωστές φάτσες των φίλων που χαμογελούσαν, οι φωνές, η αύρα τους, με πότισαν γλυκά και με συντρόφεψαν επαξίως. Χαλάλι το ταξίδι κάθε φορά. «Ας είναι τα νησιά σου ελαφριά, Ιόνιο πέλαγος«, που λέει κι ο αγαπημένος μου κερκυραίος ποιητής με το μαχαιροβγαλτικό βλέμμα.
Ο Σεπτέμβρης με βρήκε στην Αθήνα, γεμάτη έρωτα και δισταγμούς. Το έχω ξαναπεί και δεν θα πάψω να το λέω: ο έρωτάς μου για την πιο όμορφη άσχημη πόλη του κόσμου δεν θα πάψει ποτέ. Κι ας προτίμησα να ζήσω μακριά της. Χάζεψα επίμονα τον πιο όμορφο λαό του πλανήτη, έφαγα, ήπια, χόρεψα, μελαχγόλησα, κοιμήθηκα μαζί του. ‘Ενα κομματάκι τη φορά, σαν τη σοκολάτα σε καιρούς διαίτης. Φωτογράφισα όμορφα συνθήματα για κορίτσια που αναβοσβήνουν τσίτσιδα (τα τυχερά!), σκόνταψα και σωριάστηκα στη μέση της ασφάλτου, αφέθηκα να με σηκώσουν χέρια άγνωστα κι ευγενικά που μετά από λίγο αγανακτούσαν στο βήμα γύρω από το συντριβάνι, χόρεψα άγρια στα γνωστά στέκια τυλιγμένη με την αγάπη των οικείων ενόχων μου, έβγαλα τη γλώσσα στις ενοχές μου, μέθυσα με τις λέξεις των περαστικών, υποσχέθηκα λαγούς με πετραχήλια και ρούφηξα τάματα και υπερβολές από το ωραίο πουθενά ενός παράλληλου σύμπαντος.
Το τελευταίο βράδυ συνάντησα ένα αγόρι που διάβαζε ένα χάρτινο γράμμα. Ήταν καθισμένο στο πλακόστρωτο του ΠΟΠ. Είχα πιεί, όλα ήταν εύκολα. Δεν το ρώτησα το όνομά του, δεν είχε σημασία. Τόλμησα όμως να πλησιάσω και να το φωτογραφίσω εν ψυχρώ, κι όταν με ρώτησε γιατί του αποκρίθηκα απλώς: «Ξέρεις πολύ κόσμο στις μέρες μας που να μπορεί να διαβάσει ένα τέτοιο γράμμα;». Μου χαμογέλασε και μου αφέθηκε. Δειλά. Με αξέχαστη ντροπαλοσύνη.
Έζησα ωραία για λίγο καιρό. Μετά, ήρθε η ώρα της επόμενης πτήσης. Τώρα λοιπόν, αγκαλιά με έναν αλλότριο Σεπτέμβρη, αιφνιδιαστικά ηλιόλουστο και φιλικό, ευνοϊκό για μεγάλες αποφάσεις βελτίωσης και αναβάθμισης των λεπτών αισθημάτων, των αναιδών θριάμβων, των ονειροσχεδίων, των όποιων προοπτικών και της απλής καθημερινότητας, στέκομαι και καπνίζω ξανά σε ένα μπαλκόνι στο κέντρο της πόλης, κοιτάζω τους περαστικούς, τους αφιερώνω τις σιωπές και τα κλεφτά χαμόγελά μου και μας εύχομαι -σε όλους, εδώ κι εκεί και όπου- ένα ωραίο, ολοκαίνουριο, συναρπαστικό φθινόπωρο.
Σας φιλώ στα δάχτυλα, που τα απογεύματα κάπως σαν να κρυώνουν.
.
(το βιντεάκι αφιερωμένο εξαιρετικά στο έτερο αγόρι του ΠΟΠ που χορεύαμε μαζί εκείνη την ωραία νύχτα και μετά μου χάρισε το βραχιόλι του και κάνα δυο αξέχαστες κουβέντες)