Beam me up, Scotty


Ωραίο Σάββατο///Ξαγρύπνησα και πάλι///Με ομορφιά///Στη βόρεια Ευρώπη κάνει κρύο, οι νύχτες μυρίζουν νερό και κενά αέρος από περιπετειώδεις πτήσεις από και προς άγνωστα μέρη – τρέχα γύρευε ποια///Λέω να βάλω κάλτσες, κασκόλ και τη γκρι τη φόρμα και να διακτινιστώ για καμιά βέλγικη – άντε και γερμανική – μπίρα μέχρι το Cafe Central///Αυτό το μαγαζί το αγαπάω///Έχει ξύλινους πάγκους, ψηλά σκαμπό που αφήνουν τα πόδια που δεν φτάνουν να σκαλώσουν στο στήριγμα να κρέμονται πέρα δώθε σαν λεπτοδείκτες της ώρας 7, μυστήριες φάτσες και καλή μουσική///Οι μοναχικοί ρεμβάζουν, το σπλαχνικό οινόπνευμα ρέει σε χαμηλά ποτήρια, οι σκιές των σκέψεων πηγαινοέρχονται αθόρυβα σαν πεταλούδες της νύχτας///Όσοι στέκουν όρθιοι δίπλα στις κουρτίνες ή στη μπάρα, όσοι παραπαίουν ελαφρά, με κείνη τη γλυκύτητα που παρασέρνει το μεθυσμένο σώμα σε μια τρυφερή παλινδρομική κίνηση, όσοι έχουν βλέμμα λιγάκι θολό, γεμίζουν το χώρο με την αύρα της μνήμης ή και της λήθης ανείπωτων ιστοριών///Αυτές οι δυο έχουν συνθηκολογήσει μεταξύ τους σε μιαν ανίερη συμμαχία και εναλλάσσονται άναρχα, όπου και όποτε τους καπνίσει///Ο μπάρμαν με τα γκρίζα μαλλιά και τα μαύρα ροκαμπίλι γυαλιά, εκείνος ο γνωστός, που έχει αδυναμία στους Coil, ξετυλίγει την ιεροτελεστία του σερβιρίσματος μπροστά στα διψασμένα μάτια///Είναι έξοχη εικόνα το χέρι που τυλίγει το μπουκάλι, πλησιάζει το ποτήρι, ακουμπάει ελάχιστα το στόμιο στο χείλος – μια ιδέα αγγίγματος είναι περισσότερο, παρά πραγματικό άγγιγμα, αλλά πόσο άσχημα μπορούν να μας σφάξουν οι ιδέες, ε;…- κι έπειτα αφήνει το κίτρινο υγρό να κυλήσει///Παρατηρώ την τελευταία σταγόνα, λίγο πριν απομακρύνει το μπουκάλι///Πώς την αφήνει να στάξει κατά μήκος του λαιμού ή πώς την τινάζει στον πάγκο///Ερωτική κίνηση, παραλυτική, μου κόβει τα πόδια///Ακούω τα παγάκια να τρέμουν, βλέπω τα καλαμάκια να στάζουν, τα λεμόνια με το αλάτι έτοιμα στο πιατάκι για τη γνωστή ένωση ανάμεσα στον αντίχειρα και τη γλώσσα///Κλείνω τα μάτια και καταπίνω την πρώτη γουλιά σαν να λέμε μυστικά μεταξύ μας///Αφόρητη ομορφιά///Με συνταράσσει///Το Cafe Central δεν θυμίζει θεατρικό σκηνικό ούτε χυδαία εγγλέζικη παμπ///Έχει την ομορφιά του καλοδουλεμένου ξύλου, που το λάξευσαν έμπειρα χέρια, που του έδωσαν μορφή με το κεφάλι του τεχνίτη σκυμμένο πάνω του σε απόσταση αναπνοής///Είναι βαθύ και χαμηλοτάβανο///Σαν κρησφύγετο///Σαν φωλιά γεμάτη θαλπωρή και εμπιστοσύνη///Γεμάτη αισθήματα και ψιθύρους///Γεμάτη απ’ όλα///Πολλές φορές έγινα κομμάτια εκεί μέσα///Για λόγους λάθος ή σωστούς, κανείς δεν νοιάζεται///Ούτε καν εγώ, δεν έχει σημασία, εκείνες τις στιγμές παύω να ακούω τον εαυτό μου///Κάποιες ελάχιστες φορές, πολύ ή λίγο μεθυσμένη, αφέθηκα να χορέψω με άλλες σεληνιασμένες φιγούρες δίχως πρόσωπα///Εκεί μέσα, την ώρα της μουσικής, υπάρχουν μόνο σώματα – σπανίως αφήνομαι να περιπλανηθώ σε μάτια///Είναι κάτι κορμιά που παλεύουν με τους αόρατους εχθρούς τους///Ή αγκαλιάζονται με τους νοερούς ή και παρόντες φίλους τους///Σωματικά πράγματα///Ποιος είπε όμως πως το σώμα δεν τινάζεται από τον ηλεκτρισμό του ενστίκτου όταν τα φεγγάρια γεμίζουν παράξενα ή όταν τα Σύννεφα συνωμοτήσουν στον ουρανό;///Όλα αυτά τα θαυμαστά πράγματα που συμβαίνουν εκεί μέσα με αφήνουν άναυδη///Απόψε όμως είναι αλλιώτικη βραδιά///Διαφορετικά φορτισμένη///Κάνει κρύο, η πόλη μυρίζει ανθρωπίλα και νερό, η γκρι φόρμα μου κλείνει το μάτι, το μαύρο κασκόλ αδημονεί, το φεγγάρι δεν το βλέπω///Λέω να διακτινιστώ στην άκρη του πάγκου του Central και να τσουγκρίσω γενναία το ποτήρι μου με έναν νοερό φίλο///Κι αν τύχει και ζαλιστώ λίγο πάρα πάνω, τι έγινε;///Γι’ αυτό είναι οι φίλοι///Θα του πω Just take my hand και  ξέρω πως θα το πάρει///Θα αφήσουμε πίσω μας τα συντριπτικά νοήματα του κόσμου, τα χαμηλά ποτήρια και τις όμορφες σκιές///Θα κλείσουμε την πόρτα και θα περπατήσουμε στην πόλη, προστατευμένοι πίσω από τις ανάσες μας που θα κάνουν μικρά αστεία σύννεφα μπροστά στα πρόσωπά μας///Θα αναπνεύσουμε το σκοτάδι///Ανέμελα, σχεδόν παιδικά///Απλά πράγματα///Κι όμως τόσο σπάνια και εξαιρετικά, που κάνουν την καρδιά μου να χαμογελάει///Γι’ αυτά είναι άλλωστε οι φίλοι, και τους ευχαριστώ///Τα σέβη μου.

.

About Theorema

Είμαι η Άντζελα Ανακόντα aka @FearOfFireflies

Posted on 8 Οκτωβρίου, 2011, in Χωρίς κατηγορία and tagged . Bookmark the permalink. 32 Σχόλια.

  1. Meta apo ola afta, poios den tha skotwne na htan o filos sou? You’re so fucking cruel!

  2. Να’ρθω να πιούμε ένα ποτό με ακριβώς τις ίδιες αισθήσεις? Με ταξίδεψες σε εικόνες στο δικό μου αγαπημένο μπαρ, τόσο ίδιο, με φίλους, ατελείωτα ξημεροβραδιάσματα…

  3. Εύχομαι να υπάρχουν πάντα τέτοια ‘κρυσφύγετα’ στη ζωή σας.
    Καλήμέρα!

  4. Σαν λεπτοδείκτες της ώρας…7.25. (πειράζει που εκεί τα φαντάστηκα;)

    Είμαι σίγουρη οτι σας το έχουν ξαναπεί. Καταφέρνετε με τον μαγικό τρόπο που έχουν οι ποιητές, να βάζετε λέξεις σε στιγμές, αισθήσεις, προσδοκίες, μνήμες, ονειρώξεις – τόσο που να έχω την αίσθηση οτι κρυφοκοιτάξατε τη ζωή (μου;).

    Καλημέρα!

    • Εγώ το φαντάστηκα λίγο πριν τις 7. Πριν ξυπνήσει κάποιος, πριν πάει για πρωινό.
      Ωραίο δεν θα ήταν;…

      Ευχαριστώ για τα τόσο ωραία λόγια, με κάνετε και νιώθω τρισχαρούμενη που κατάφερα να τρυπώσω στη ζωή σας 🙂

  5. Ναι, οκ, αλλα έγινε άκαπνο, όχι?

    [επίσης, εγώ προτιμώ το Κάφκα, κι είναι ντροπή που δεν εχουμε παει ακομα!]

    • Να πάμε και στο Κάφκα, ναι.
      Ακόμη ένα αγαπημένο μαγαζί, αν και άλλου κλίματος από το Σαντράλ, όπου, παρεμπιπτόντως, έχω ακούσει τις ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ μουσικές της ζωής μου…

      Κανόνισε γι’ απόψε μικρή, αν θες.
      Εγώ θα εκδράμω 😉


  6. καληνύχτες γλυκό αιώρημα!

  7. μια μοναστηριακή, έναν tom waits, και ένα τασάκι για την γάτα, παρακαλώ.

    • Η γάτα μού είπε να σας πω ότι απόψε είναι μεθυσμένη. Καπνίζει μόνη της στο μπαλκόνι και κοιτάζει τους άστεγους της πλατείας.

      Ταυτοχρόνως, σκέφτεται πως το σύνθημα της χρονιάς είναι:
      «Οι μπάτσοι είναι παντού αλλά ο έρωτας μας κάνει αόρατους».

      Δεν ξέρω τι εννοεί, επιμένει όμως πως εσείς ξέρετε.
      Πίνει μια Chimay και πετάει τις γόπες της στην άσφαλτο.

      Σας χαμογελάει γατίσια.

  8. έχουν κάτι διαφορετικό τα βράδια στη βόρεια Ευρώπη; παντού οι ίδιες δεν ειναι οι μονόκλινες και οι δίκλινες νύχτες ;

  9. Θα έλεγα ότι η τραγική ομοιότης εστιάζεται αλλού:

    στο πόσο ίδιες είναι οι μονόκλινες νύχτες σε δίκλινα δωμάτια.

    Ξέρετε, αυτές που δεν παίζονται με τίποτα.

  10. «Πάρε δα νερό να πιεις
    όμως μην το παινευτείς…»
    Μπράβο κοντό μαλλάκι, μπράβο σου χαρώ το γω.

    • Αγαπημένε μου Κακαρά,
      όλα τα μπράβο και τα καλωσορίσματα δικά σας! Σε ευχαριστώ για τη γλυκιά κουβέντα σου, κι εύχομαι όλη η γλύκα του κόσμου να προσγειωθεί στο καινούριο κεφαλάκι της οικογένειας 🙂

      Να μου το φιλήσεις απαλά, ναι?…
      Μέχρι να έρθω και να το φιλήσω και μόνη μου, το νιόφερτο πουλάκι 🙂

  11. Πειράζει που εγώ λάτρεψα τον barman που έχει αδυναμία στους Coil?
    🙂
    καλό βράδυ

    • Ίσα ίσα! Είναι γοητευτικότατος αν και λιγάκι αμίλητος (για μπάρμαν).
      Και αυτή η λεπτομέρεια όμως χάρη του προσδίδει. Ειδικά όταν βάζει Coil και στέκεται ολομόναχος στη γωνία, νομίζω πως αξίζει να τον βλέπει κανείς 🙂

  12. Theorema ακόμα και εγώ που δεν πίνω παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, διαβάζοντας αυτό το ποστ, ήθελα να πάω να τα πιω. Μόνο αυτό σας λέω, έτσι και γράψετε άλλο ένα τέτοιο πάνε τα εγκεφαλικά μου κύτταρα, τα μισά θα τα σκοτώνει η νικοτίνη και τα υπόλοιπα το αλκοόλ -:))
    καλό σας βράδυ και εύχομαι μια καλή εβδομάδα -:)))

    • Αγαπημένη μου Απόμακρη,
      μια χαρά θα τα έπινα μαζί σας ένα βράδυ, σε κάποιο σκοτεινό μπαρ του κέντρου! Κι ας καίγαμε και μερικά εγκεφαλικά κύτταρα – η ευχαρίστηση θα ήταν τόσο μεγάλη που ούτε καν θα δίναμε σημασία στα τεχνικά ζητήματα της μέθης μας 😉

  13. Εγώ που πίνω πάλι, λατρεύω περιγραφές νύχτας, μπαρ και ευρωπαϊκών πόλεων!

    • Αν είχατε έρθει δε και χτες που σας πρότεινα βόλτα στο κρύο, θα σας είχα πάει και σε καλύτερο μαγαζί 😉

      Δεν πειράζει, την επόμενη φορά θα πάμε Ateliers de Claus 😉 Θα λατρέψετε ξανά.

      Σας ευχαριστώ 🙂

  14. Ο Σελιτσάνος δεν λέει τίποτα.Στο κάτω κάτω σε κατάσταση ελαφράς μέθης δικαιολογούνται τα πάντα.

  15. Αχ. Merci monsieur! 🙂
    Ομολογώ πως νιώθω λιγάκι καλύτερα!

    (τα πάντα πάντα;)

  16. Μεσιέ, αυτή η απάντηση, δια στόματος Σελιτσάνου, μου φάνηκε (γενικώς και ειδικώς) ανατριχιαστική!
    Τι σας συμβαίνει?…
    Τι πάθατε?…

    Όχι, δεν είστε εσείς. Δαίμων κακός μπήκε στο σώμα σας και το ορίζει…
    Μεσιέ Σελιτσάνε μας, come back!

Αφήστε απάντηση στον/στην Theorema Ακύρωση απάντησης