Η μυρωδιά της μασχάλης της

Την είδα για πρώτη φορά στην Αθήνα, στο καφενείο που κουβεντιάζαμε τα της προβολής. Όμορφη, απόμακρη και διστακτική. Φαινόταν αγχωμένη, παρόλο που εκείνο το βράδυ εμφανής λόγος άγχους δεν υπήρχε. Εκεί μέσα, τουλάχιστον.

Συζητούσα με τους φίλους της για το σύγχρονο θέατρο και για τις παραστάσεις μου. Μια παρέα δροσερών ανθρώπων, που μου θύμιζαν σε πολλά τον εαυτό μου και τους δικούς μου φίλους, κάτι αιώνες πριν. Ο θαυμασμός των νεώτερων απέναντι σε κάποιον μεγαλύτερο που, τόσο υπερβολικά, θεωρούν καταξιωμένο σε αυτό που κάνει με διασκέδαζε ανέκαθεν. Η νεανική αθωότητα με γλυκαίνει. Εκείνο το βράδυ οι πιτσιρικάδες με κοιτούσαν σα Θεό. Αυτή απλώς συνυπήρχε μαζί μας στο χώρο. Παρόλα αυτά, ένιωθα πως η εσώτερη σιωπηλή λάμψη της βάραινε όσο χίλιες ανείπωτες κουβέντες. Δίπλα της ο φίλος της έμοιαζε με συνοδευτικό λουλούδι.

«Όμορφο ζευγάρι, αλλά άνισο», σκέφτηκα όταν την είδα να χώνει το χέρι κάτω από τον αγκώνα του.

Το βλέμμα της δεν μου θύμιζε τίποτα. Τα χαρακτηριστικά της αδρά, καλοφτιαγμένα. Καθαρό πρόσωπο, αύρα γυναίκας. Μια δυο φορές που τσάκωσα το βλέμμα της πάνω μου, έσπευσε να το απομακρύνει. Έμοιαζε λιγάκι πανικόβλητη. Με παραξένεψε κάπως. Κάτι τέτοιες αντιδράσεις σημαίνουν πολλά. Ειδικά ανάμεσα σε αγνώστους.

Δεν έμαθα και πολλά γι’ αυτήν εκείνη τη νύχτα. Το όνομά της μόνο καθώς και το όνομα του φίλου της, που όλο το βράδυ παρίστανε τη σανίδα σωτηρίας για τον πανικό της.

Το επόμενο βράδυ είχαμε την προβολή της ταινίας. Προλόγισα λιτά, διέθετα ελάχιστα λόγια για ένα τόσο μεγάλο έργο. Ο κόσμος ήταν πολύς και η αίθουσα μικρής χωρητικότητας. Κανείς δεν περίμενε τέτοια προσέλευση. Ίσως να είχε παίξει ρόλο και το δικό μου όνομα στην αφίσα. Η εκδήλωση είχε επιτυχία πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που περιμέναμε. Η Αθήνα έμοιαζε να ξυπνά από μια χειμερία νάρκη.

Πιάσαμε κουβέντα τυχαία, απρόσμενα, έτσι ακριβώς όπως συμβαίνουν τα πιο σοβαρά πράγματα στη ζωή των ανθρώπων. Στεκόμασταν όρθιοι στο βάθος της αίθουσας, στριμωγμένοι ανάμεσα σε καθίσματα, κρεμασμένα παλτά και φοιτητές που μπαινόβγαιναν. Της μίλησα πρώτος, για κάτι άσχετο, που αφορούσε την ηχομόνωση της αίθουσας. Έτσι ξεκίνησε η γνωριμία μας. Ήταν ενημερωμένη, μου εξήγησε πως οι προβολές που οργανώνονταν εκεί ήταν συχνές και ο χώρος προετοιμασμένος, αν και κάπως στενάχωρος.

Μετά με ρώτησε κάτι που είχαν χρόνια να με ρωτήσουν και μου άρεσε πολύ.

«Από πού βγαίνει το Νύσης;», είπε σκύβοντας ελαφρώς προς το μέρος μου.

Μύριζε καπνό και απορρυπαντικό. Όχι σαπούνι. Απορρυπαντικό ρούχων, ή ίσως μαλακτικό. Φρέσκια καθαριότητα. Αυτή η μυρωδιά με σκοτώνει.

Μου έριξε μια φευγαλέα ματιά και χαμογέλασε χαριτωμένα. Έπειτα κοίταξε ξανά μπροστά της και περίμενε. Ήξερε και ήξερα. Ήδη.

«Από το Διονύσης, αν και κανείς δεν με φωνάζει έτσι πια», απάντησα και χαμογέλασα στο σκοτάδι.

Χαμογέλασα επειδή φαντάστηκα την έκφρασή της, την οποία δεν έβλεπα, αφού τα μάτια μου ήταν καρφωμένα στο βάθος της αίθουσας, στην οθόνη. Δεν είπε τίποτα. Κοίταζε κι αυτή την οθόνη, ακολουθώντας το παράδειγμά μου. Η καρδιά μου χτυπούσε άτσαλα.

«Και το Φη από πού βγαίνει;», μουρμούρισα τελικά πλησιάζοντας προς το μέρος της.

Τα μαλλιά της άγγιξαν το σαγόνι μου. Ένιωσα πως η θέρμη του σώματός της ανέβαινε προς το κεφάλι της. Η μυρωδιά του μαλακτικού μου τρύπησε ξανά τα ρουθούνια. Αναρωτήθηκα πώς να μύριζαν οι μασχάλες της, κάτω από τη φρεσκοπλυμένη μπλούζα.  

Πλησίασα λίγα εκατοστά προς το μέρος της. Τα ρούχα μας ακουμπούσαν.

«Από το Οφηλία», αποκρίθηκε και ένας κόμπος δέθηκε αυτοστιγμεί στο στομάχι μου.

Έτσι έλεγαν την κόρη της Ρόζας. Κατάλαβα πως ήταν αυτή.

Οι λεπτομέρειες ταίριαζαν. Σπούδαζε γιατρός στην Αθήνα, ασχολούνταν με τα καλλιτεχνικά και είχε αυτό το παράξενο όνομα. Ένιωσα το αίμα να φεύγει από πάνω μου, για μια στιγμή με διαπέρασε ένα παγωμένο ρίγος.

Δεν είπα τίποτα. Παραμέρισα την κουρτίνα και βγήκα στον προθάλαμο της αίθουσας, αφήνοντάς την στο σκοτάδι. Δυο τρεις φοιτητές κάπνιζαν πίνοντας μπίρες. Μια κοπέλα μιλούσε στο κινητό της και δίπλα της ένα σκυλί κοιμόταν στριμωγμένο ανάμεσα σε δύο πλαστικές καρέκλες.

Άναψα τσιγάρο και στάθηκα στο κατώφλι της εισόδου. Έξω φύσαγε ένας κρύος αέρας που έκανε τα φύλλα των δέντρων να πετάνε εδώ κι εκεί. Ο δρόμος ήταν ήσυχος, περαστικοί ελάχιστοι, αυτοκίνητο σχεδόν κανένα. Πήρα βαθιά αναπνοή και προσπάθησα να ηρεμήσω.

Λίγες στιγμές αργότερα ήρθε δίπλα μου στο κατώφλι και άναψε τσιγάρο. Δεν την είχα δει να με ακολουθεί, δεν την είχα καν ακούσει να πλησιάζει. Φορούσε το παλτό της και στο λαιμό της είχε τυλίξει ένα χοντρό μαύρο κασκόλ. Ένιωσα να κρυώνω.

«Ωραία νύχτα ε;», έκανε κοιτώντας το σκοτάδι.

Παρατήρησα το τσιγάρο ανάμεσα στα δάχτυλά της. Τον τρόπο που ρούφαγε τον καπνό, τη δύναμη με την οποία τον ελευθέρωνε στον αέρα. Εκείνη τη στιγμή εξέπεμπε μια παράξενη γαλήνη. Η αγωνία της πρώτης μας συνάντησης είχε εξαφανιστεί.

Ένιωσα να με γεμίζει κάτι σαν πανικός. Και ταυτόχρονα μια απίστευτη έλξη, που εκείνη την ώρα μου φάνηκε εξοργιστική. Ήξερα πως η Ρόζα δεν της είχε πει και πολλά για μένα. Ούτε καν το όνομά μου. Η Οφηλία αγνοούσε ποιον είχε δίπλα της.

«Πού είναι ο Μάνος σήμερα;», έκανα ψυχρά, και εκτόξευσα τη γόπα μου στο απέναντι πεζοδρόμιο.

Την προηγούμενη παρατήρησή της την παρέβλεψα με εξαιρετική αγένεια. Ένιωσα πως την ξάφνιασε η ερώτηση. Λίγο πριν, στο σκοτάδι, το κλίμα ανάμεσά μας ήταν σαφές.

Γύρισε και με κοίταξε διερευνητικά. Μετά απέστρεψε το βλέμμα, απομακρύνθηκε μισό βήμα και ξερόβηξε. Ύστερα πέταξε κι αυτή τη δική της γόπα, λίγο πιο πέρα από τη δική μου.

«Δεν κατέβηκε απόψε. Είχε κάτι με τα πολιτικά, μια συνάντηση στο στέκι της Οργάνωσης…», ψέλλισε χωρίς να δώσει λεπτομέρειες ή άλλα στοιχεία.

Ίσιωσε την πλάτη και σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος. Κατάλαβα πως μεταξύ τους η κατάσταση ήταν τεταμένη. Όπως και μεταξύ μας, τώρα πια. Έβγαλα ένα καινούριο τσιγάρο και το άναψα χωρίς να μιλήσω. Με μιμήθηκε. Ανάμεσά μας υπήρχε περίπου μισό μέτρο απόσταση.

«Είναι λογικό να μην καταλαβαίνει τι γίνεται», σκέφτηκα νιώθοντας τύψεις για το απότομο φέρσιμό μου. «Πού να φανταστεί αυτό που μας συμβαίνει…».

«Θα βρεθείτε μετά την προβολή;», ξαναρώτησα και την ίδια στιγμή ήξερα πως ακουγόμουν εντελώς ανόητος, αν όχι σχιζοφρενικά ασυνεπής με το προηγούμενο ύφος μου μέσα στην αίθουσα.

«Δεν έχω ιδέα. Θέλεις να τον δεις; Τον θέλεις κάτι;», απόρησε.

Η μυρωδιά μαλακτικού με ξαναχτύπησε σαν βίαιο χαστούκι.

«Εσένα θέλω», σκέφτηκα και μέσα στο κεφάλι μου άκουσα να σκάνε νάρκες.

Γύρισα το κεφάλι από την άλλη πλευρά κι έκανα πως χάζευα το δρόμο.

«Απλή περιέργεια», απάντησα τελικά, με προσποιητά αδιάφορη φωνή.

Ο κυνισμός και η βία της συμπεριφοράς μου με εξέπλητταν. Απόρησα πώς κατάφερνα να στέκομαι έτσι δίπλα της. Ένα κύμα θυμού φούντωνε άγρια μέσα μου. Καθώς περνούσαν τα δευτερόλεπτα, κάτι σαν αιφνίδια τρέλα με έκανε να θέλω να την αγκαλιάσω, να αρχίσω να την φιλάω και στο τέλος να της στρίψω το λαρύγγι μέχρι να της τελειώσει η αναπνοή.

Μπήκα μέσα κόβοντας απότομα τη συζήτηση. Δεν ήξερα τι να της πω. Ήμουν ήδη υπερβολικά συγχυσμένος.

Στην αίθουσα η προβολή είχε μόλις τελειώσει.

(Στη Φη, ή αλλιώς Lucy και στον Σελιτσάνο που ξέρει)

About Theorema

Είμαι η Άντζελα Ανακόντα aka @FearOfFireflies

Posted on 9 Νοεμβρίου, 2011, in Χωρίς κατηγορία and tagged . Bookmark the permalink. 46 Σχόλια.

  1. Ο αισθησιασμός και η επιθυμία σε όλο τους το μεγαλείο.
    Μεγαλείο.
    Φετίχ η όσφρηση, έτσι;

  2. Πολύ δυνατό, όπως συνήθως. Αυξανόμενη ένταση, κλιμακωτή πλοκή, πετάγονται όλες οι φλέβες στο κεφάλι ένα πράμα, ανάβεις τσιγάρο να αναβάλλεις το εγκεφαλικό και… τελείωσε.

    και μετά και μετά;;

  3. Χεχεχε…
    Θα δεις, θα δείς… 😉
    Έρχεται.

    Καλησπέρες Νέστορα.

  4. Δεν ξέρω τι να σου πω.
    Μου άρεσε πολύ, αλλά δεν μου ‘φτασε. Θα ήθελα, νομίζω, να ήταν μεγαλύτερο. Θέλω λίγη ακόμα από την ατμόσφαιρα αυτής της συνάντησης. (Σίκουελ δεν σηκώνει, λες;)

    • Αγαπημένη μου Ρίσκι,

      είναι απόσπασμα 🙂

      Έχει πριν και μετά. Κάτι τους συνέβη και κάτι θα τους συμβεί.

      Κατά κάποιο τρόπο είναι σήκουελ, αφού είναι προδημοσίευση κεφαλαίου.

      Σε φιλώ γλυκά και σε ευχαριστώ, κοριτσάκι μου.

  5. Δεν είχα δει το σχόλιο του Νέστορα και την απάντησή σου όταν έγραφα, οπότε καλύφθηκα νομίζω. 🙂

  6. Ε ναι 🙂
    σμακ σμακ σμακ!

  7. Αυτη η μυρωδια του μαλακτικου κα γενικα της καθαριοτητας ειναι άλλο πραγμα…
    Πολύ ατμοσφαιρικη η μουσική συνοδεια !

    Καλησπέρα Theorema 🙂

  8. Καλησπέρα καλή μου Πορφυροκόκκινη.

    Ομολογώ πως εδώ έχουμε αδύνατο σημείο: αυτή η μυρωδιά, όπου και όποτε την πετυχαίνω, σε γνωστούς, αγνώστους, διπλανούς ή περαστικούς, με συγκλονίζει. 🙂

    Σε ευχαριστώ, πουλάκι μου.

  9. Καλησπέρα…

    Νομίζω πως εδώ εγώ έκανα ανακάλυψη……..

    όσο για την τρίτη ευχή….το ψάχνω….δεν θέλω να προτρέξω….

  10. Εύχομαι να μην απογοητευτείς ποτέ, λοιπόν.
    Αυτός δεν είναι άλλωστε ο σκοπός μας;
    Άλλη μια ενδεχόμενη ευχή;

    Καλησπέρα κι ευχαριστώ πολύ 😉

  11. πολυ καλο,,αν και ο καπνος των τσιγαρων και αυτη η αφιερωση στο τελος θολωνει τα ορια πραγματικοτητας και ιστοριας(φαντασιας)

  12. Σε κάθε λογοτεχνική ιστορία υπάρχουν ψήγματα πραγματικότητας,κι ας είναι φανταστική 🙂

    Ένα όνομα, ένα χαρακτηριστικό, μια λέξη, μια οσμή, παραπέμπουν σε πραγματικότητες που, για κάποιο λόγο, και ίσως πολύ αργότερα από τη στιγμή που συνέβησαν, κατέληξαν να γίνονται φανταστικές διηγήσεις.

    Χαίρομαι πάντα όταν σας βλέπω.

    Ευχαριστώ!

  13. στην οθόνη μου η προβολή ελπίζω να κάνει απλώς διάλειμμα…

    να είστε καλά 🙂

    • Κι εσείς, γλυκό μου, και σας ευχαριστώ που με ενθαρρύνετε να συνεχίσω να περιγράφω τα Σόδομα και Γόμορρα αυτής της παράλογης ιστορίας 🙂

      • Ω μα τώρα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον.
        Ϊσως να έχετε προσέξει πως ενώ κάθε φορά σε κάθε του επέμβαση ο θεός του ισραήλ φρόντιζε να έχει πολλούς μάρτυρες για να βεβαιώσουν την μεγαλειώδη του παρουσία, στην περίπτωση των Σοδόμων φρόντισε με εντυπωσιακά κραυγαλέο τρόπο να μην υπάρχει κανείς απολύτως μάρτυρας των όσων έγιναν εκεί. Αν λοιπόν αυτό που διαβάζουμε θα έχει περιγραφές αυτών που τόσο προσεκτικά θάφτηκαν, αντιλαμβάνεστε το μέγεθος της προσφοράς σας στην ανθρωπότητα;

      • Ω, δεν μεγαλοπιάνομαι τόσο πολύ 🙂
        Μια απλή ιστορία είναι η δική μου, αμφιβάλλω αν κουνήσει έστω κι ένα φυλλαράκι πάνω σε φυλλοβόλο δέντρο σε ολόκληρη τη γη. Καμία σχέση με τον μεγαλειώδη μύθο ή με θεϊκές αποφάσεις και κινήσεις. Σας υπόσχομαι πάντως πως θα κάνω το παν για να μην βαρεθείτε. Χεχεχ…

      • Δεν ξέρω αν μπορείτε να κουνήσετε φυλλαράκια φυλλοβόλων δέντρων αλλά σίγουρα μπορείτε να αναστατώσετε το φύλο των αναγνωστών σας 🙂

      • Χαχαχαχα…
        Τι απίστευτο πλάσμα που είστε!
        Σας θαυμάζω, και το εννοώ 100%!
        Μέγα κομπλιμάν, κοκκινίζω και σας χαμογελώ γλυκά 😉
        Μερσί, μικρό μου. —<–@

      • Με τιμάτε…

        (το «μικρό» θα κάνω πως δεν το πρόσεξα γιατί μοιάζει οξύμωρο, για μένα που ξέρω την ηλικία μου και φαντάζομαι τη δική σας)

      • Να το προσέξετε και να το παραπροσέξετε.
        Είμαι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό, τι δείχνω. Παίζει να σας ρίχνω και μερικά χρονάκια, δηλαδή…
        Αλλά και τα να λέει? Όλοι μικρά είμαστε 😉
        Σμακ!

  14. ε οχι και πληθυντικος,,εγω ευχαριστω

  15. Ωχωχωχ!(κωλύομαι να σχολιάσω περισσότερα).Διακρίνω όμως μια τεχνική Λόρενς Ντάρελ που μου αρέσει.

    • Αχ, τέτοια μου λέτε εσείς και κινδυνεύετε να λάβετε καμιά τριανταριά σελίδες έργο… 🙂

      Όχι όμως, σας συμπαθώ. Δεν θα σας το κάνω αυτό, υπόσχομαι 😉

      Μερσί, μεσιέ.
      Για όλα.

  16. οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

    τι είναι αυτό που ημερεύει ένα αγρίμι ?
    το πέρασμα των χρόνων ή αυτό που βλέπει απέναντί του (και είναι σαν να μυρίζει σχεδόν το ίδιο του το αίμα) ?

    • Ω! Τι εξαίσιο νικ!…
      Ένα κομματάκι έμπνευσης ξαναχτυπά στο βλογ like a heartbeat, νομίζω!

      Θα έλεγα πως ένα αγρίμι δεν εξημερώνεται.
      Άλλο παθαίνει.
      Εξαρτάται όμως τι ακριβώς εννοείτε…

      (μη με παρεξηγείτε, είμαι στις χαζές μου σήμερα, χτυπάω έναν καφέ ακόμα και συνέρχομαι).
      Λοιπόν;

      Καλημέρες θηριάκια 😉

      • οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

        τι (περίπου) εννοώ :
        σε όσα αποσπάσματα μας έχετε χ-α-ρ-ί-σ-ε-ι, ο (Διο)Νύσης μου έχει αφήσει εντύπωση αγριμιού.
        πόσος καιρός μεσολάβησε από τότε που ο ήρωας σας (αυτό το υπέροχο κωλόπαιδο), έβαζε διλήμματα σε σκοτεινά δωμάτια ξενοδοχείων ?
        υποθέτω πως η όσφρηση κάποιου, που έχει συνηθίσει να κοιμάται σε «κοινά» σεντόνια, είναι πιό ευαίσθητη σε μυρωδιές δέρματος παρά σε βελτιωτικά πλύσης (μην παρεξηγ.-τονίζω την αντίθεση).
        μήπως στα ρουθούνια του μπήκαν και μυρωδιές από γνώριμό του αίμα ?
        αλήθεια εσείς τι εννοείτε πως «ένα αγρίμι άλλο παθαίνει…» ?

      • Α, θα σας μαλώσω.
        Δεν με διαβάζετε προσεκτικά…
        Ο Λευτέρης ήταν το σέξι κωλόπαιδο που έβαζε διλήμματα σε ημισκότεινα δωμάτια ξενοδοχείων. Όχι ο Νύσης. Ο Λευτέρης ήταν το αγρίμι (που, πληροφοριακά, ποτέ δεν εξημερώθηκε, αλλά αυτό θα το δείτε αργότερα, τυπωμένο). Ο Νύσης ήταν ανέκαθεν ο ήρεμος, σοφός, συναισθηματικός τύπος, που ονειροβατούσε πάνω στα αισθήματά του και δεχόταν τη μοίρα του όπως του την έφερνε στο πιάτο η ζωή.
        Τώτα, σε αυτό το βιβλίο, ο Νύσης έχει αλλάξει. Αλλά αυτό δεν το ξέρατε εσείς μέχρι τώρα. Και δικαιολογημένα, αφού δεν το είχα ανακοινώσει πριν από το απόσπασμα αυτό.

        Οσο για την όσφρηση: όσοι έχουν συνηθίσει τα κοινά σεντόνια είναι πολύ πιο ευαίσθητοι σε καινούριες μυρωδιές, μιας και κάθε τι το διαφορετικό, όπως είναι λογικό, τους ξυπνά μια αίσθηση που λόγω μακροχρόνιου ύπνου σε οικείες επιφάνειες, ενδέχεται να είχε ατονήσει. Αν κοιμάστε, πχ, πάνω σε σεντόνια πλυμένα με Ντιξάν, μόλις ξαπλώσετε πάνω σε ένα άλλο, λυμένο με Σκιπ είμαι βέβαιη πως θα πείτε «Ουπς! Κάτι άλλαξε εδώ… Κάτι συμβαίνει». Χωρίς προηγουμένως να σκέφτεστε κάθε βράδυ «Α, τα σεντόνια μου μυρίζουν Ντιξάν», καθότι αυτό θεωρείται δεδομένο.
        Κάνω λάθος;

        Οι μυρωδιές δέρματος είναι πιο ισχυρές από τις μυρωδιές των βελτιωτικών πλύσης, έχετε δίκιο.
        Υπάρχουν όμως και κάτι εμμονικοί σχιζοφρενείς εκεί έξω που κάτω από το μαλακτικό ονειρεύονται οσμές μασχάλης.
        Δεν την παρατηρήσατε αυτή τη λεπτομέρεια; Πως το μαλακτικό ήταν το μονοπάτι που καλούσε κ οδηγούσε προς τη μασχάλη;
        Τίτλο το έβαλα, πώς αλλιώς να κατάφερνα να το καταστήσω ακόμα πιο σαφές;

        Το γνώριμο αίμα είναι υπόθεση ενστίκτου.
        Η όσφρηση, όπως και οι υπόλοιπες αισθήσεις, είναι υπόθεση σάρκας.

        Ενα αγρίμι δεν εξημερώνεται. Αν προσπαθήσει κάποιος να το κάνει αυτό, είτε το ευνουχίζει, είτε κατασπαράσσεται.

        Ουφ, ποστ έγραψα 🙂

  17. οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

    φαίνεται πως :
    1. ο δικός σας ο καφές ήταν πολύ πιό δυνατός από τον δικό μου
    2. δεν με μαλώσατε απλώς. ίσα με το χώμα με κάνατε.
    3. πρέπει να θυμηθώ να αλλάξω θέμα στην πτυχιακή μου εργασία πριν να είναι πολύ αργά.

  18. Ποιο ήταν το θέμα σας, δηλαδή?
    Και τώρα, ποιο λέτε να είναι?…

    • οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

      οι χαρακτήρες των ηρώων σας (ήταν).
      δεν ξέρω ακόμη. μόλις αποφασίσω, θα σας ειδοποιήσω (ακολουθεί χαμόγελο και κλείσιμο του ματιού).

  19. @οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

    Η ευχαρίστηση είναι αμοιβαία, και το ξέρετε ήδη, νομίζω, παρόλο που έχουμε πει λιγοστά στα σχόλιά μας.
    Μου το στείλατε ήδη το χαμόγελο, το έχω ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου.
    Και σας ευχαριστώ… 🙂

    (άνω και κάτω τελεία και δίπλα κλειστή παρένθεση, το ημότικον χαμόγελο)

  20. Μόλις αποφασίσετε να με ειδοποιήσετε, φυσικά.
    Ενδέχεται να υπάρχει και έξτρα υλικό να σας προτείνω 😉

    • Ω! μα αυτό κι αν είναι ενδιαφέρον! Πτυχιακή με τίτλο «Ο χαρακτήρας των ηρώων της Theorema»!! Λαμπερό φώς στο τούνελ της παίδευσης!

      • Κάποιο μικρό με κοροϊδεύει, κι αν το πιάσω θα του τις βρέξω μου φαίνεται… χεχεχεχεχεχε… 🙂

      • Αν εννοείτε εμένα, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω για την ειλικρινή μου χαρά στην περίπτωση τέτοιας πτυχιακής. Σκεφθείτε. Αν φτάναμε κάποτε στο σημείο να μπορούν να υπάρχουν τέτοιες πτυχιακές, ίσως να αποφεύγαμε να ζούμε τους τραγέλαφους που ζούμε.

      • οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

        όπως ακριβώς το γράψατε : της παίδευσης.

    • οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

      εννοείται …..
      (μόλις μου κλέψατε τον ύπνο μου,
      μόλις μου χαρίσατε τα όνειρά μου)

  21. Soduck και οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας,

    σας έχω πει πόσο πολύτιμοι μού είστε?…
    Παίδευση κανονική, αλλά τόσο απελπιστικά Ωραία…

  22. οι μικροι ανήλικοι εθελοντές του Στρατού της Σωτηρίας

    Στην έμπνευσή σας το οφείλετε όλα.
    Σε μένα τίποτε.
    😉

Σχολιάστε